Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

ΤΟ ΝΕΟ Σύνταγμα της ΕΛΛΑΔΟΣ σε 71 Κεφάλαια – ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ προς έγκριση από τους Ελληνες. (Στην συγκεκριμένη ανάρτηση : ΚΕΦΑΛΑΙΑ 29-36)


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 29

Οργάνωση και λειτουργία της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς. Άρθρο 219.
1. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς συνέρχεται αυτοδικαίως κάθε έτος την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου σε τακτική σύνοδο για τα ετήσια έργα της, εκτός αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τη συγκαλέσει ενωρίτερα σε έκτακτες περιπτώσεις, όπως προβλέπεται από το παρόν Σύνταγμα.

2. Η διάρκεια της τακτικής συνόδου δεν μπορεί να είναι συντομότερη από οκτώ μήνες.

Άρθρο 220.


1. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς ορίζει τον τρόπο της ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας της με Κανονισμό, που ψηφίζεται από την Ολομέλεια και δημοσιεύεται με παραγγελία του Προέδρου της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς εκλέγει με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της, τον Πρόεδρο και τα λοιπά μέλη του Προεδρείου, σύμφωνα με τους ορισμούς του Κανονισμού της.

3. Ο Πρόεδρος και οι Αντιπρόεδροι εκλέγονται στην αρχή κάθε βουλευτικής περιόδου.

4. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς μπορεί, ύστερα από πρόταση τριάντα βουλευτών, να εκφράσει μομφή κατά του Προέδρου της Βουλής ή μέλους του Προεδρείου, η οποία συνεπάγεται τη λήξη της θητείας του.

5. Ο Πρόεδρος της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς διευθύνει τις εργασίες του Σώματος, μεριμνά για τη διασφάλιση της ανεμπόδιστης διεξαγωγής των εργασιών του, την κατοχύρωση της ελεύθερης γνώμης και έκφρασης των βουλευτών, και την τήρηση της τάξης. Ο Πρόεδρος μπορεί να λάβει και πειθαρχικά μέτρα σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κανονισμός της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς εναντίον κάθε Βουλευτή που παρεκτρέπεται.

6. Με τον Κανονισμό μπορεί να συσταθεί στη Βουλή επιστημονική υπηρεσία για την υποβοήθηση του νομοθετικού της έργου.

7. Ο Κανονισμός καθορίζει την οργάνωση των υπηρεσιών της Βουλής υπό την εποπτεία του Προέδρου, καθώς και όλα όσα αφορούν το προσωπικό της. Οι πράξεις του Προέδρου που αφορούν την πρόσληψη και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς υπόκεινται σε προσφυγή ή αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Άρθρο 221.

1. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς συνεδριάζει δημόσια στο Βουλευτήριο, μπορεί όμως να διασκεφτεί σε μυστική συνεδρίαση, μόνο για κρίσιμα εθνικά θέματα σε κοινή συνεδρίαση με την  Άνω  Βουλή των Ελλήνων, τα  οποία αφορούν μόνον σε  πιθανότητα κήρυξης κατάστασης πολέμου ή πολιορκίας. Η Ολομέλεια της Βουλής, με απόλυτη πλειοψηφία, αποφασίζει κατόπιν αν πρέπει να επαναληφθεί η συζήτηση για το ίδιο θέμα σε δημόσια κοινή συνεδρίαση και των δύο σωμάτων της Βουλής.

2. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Πρωθυπουργός, οι Υπουργοί και Υφυπουργοί, ο Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας καθώς και ο Συνήγορος του Λαού, έχουν ελεύθερη είσοδο στις συνεδριάσεις της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς και ακούονται όποτε ζητήσουν το λόγο.

3. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς και οι κοινοβουλευτικές επιτροπές μπορούν να ζητήσουν την παρουσία του Υπουργού ή του Υφυπουργού που είναι αρμόδιος για τα θέματα που συζητούν.

4.  Οι  κοινοβουλευτικές επιτροπές μπορούν να  καλούν οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρούν χρήσιμο για το έργο τους, ενημερώνοντας και τον αρμόδιο Υπουργό.

Άρθρο 222.

1. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα δεύτερο του όλου αριθμού των βουλευτών.

2. Σε περίπτωση ισοψηφίας επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία και, ύστερα από νέα ισοψηφία, η πρόταση απορρίπτεται.


Άρθρο 223.

1. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς στις αρχές κάθε τακτικής συνόδου συνιστά από τα μέλη της διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές για να εξετάζουν και να επεξεργάζονται τα νομοσχέδια και τις προτάσεις νόμων που υποβάλλονται, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής.

Άρθρο 224.

Κανένας δεν εμφανίζεται στη Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς αυτόκλητος για να αναφέρει οτιδήποτε προφορικά ή εγγράφως. Οι αναφορές παρουσιάζονται από Βουλευτή ή παραδίδονται στον Πρόεδρο. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς έχει δικαίωμα να αποστέλλει τις αναφορές που της απευθύνονται στους Υπουργούς και τους Υφυπουργούς, οι οποίοι υποχρεούνται να δίνουν διευκρινίσεις όποτε τους ζητηθούν, εντός τριών εργασίμων ημερών.

Άρθρο 225.

1. Η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς ασκεί το νομοθετικό της έργο σε Ολομέλεια.

2.  Η  αρμοδιότητα  άσκησης  νομοθετικού  έργου  της  Κάτω  Βουλής  των  Ελλήνων  της Διασποράς, αφορά στα ζητήματα της Εθνικής Άμυνας, της Εξωτερικής Πολιτικής, και της Εθνικής Παιδείας, τα οποία, για να συζητηθούν στην Άνω Βουλή των Ελλήνων, θα πρέπει να έχουν εισαχθεί και εγκριθεί πρώτιστα, από την Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς.

3. Ο Κανονισμός της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς προβλέπει ότι το νομοθετικό έργο που καθορίζεται από αυτόν μπορεί να ασκείται και από τις διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές που συγκροτούνται και λειτουργούν κατά τη διάρκεια της συνόδου, όπως ορίζει ο Κανονισμός και με τους περιορισμούς του άρθρου

4. Με τον Κανονισμό της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς ορίζεται επίσης η κατανομή της αρμοδιότητας μεταξύ των διαρκών κοινοβουλευτικών επιτροπών κατά Υπουρ- γεία.

7. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος ασκείται από τη Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς σε Ολομέλεια, όπως ορίζει ο Κανονισμός. Ο Κανονισμός μπορεί να προβλέπει την άσκηση κοινοβουλευτικού   ελέγχου   και   από   τις    διαρκείς   κοινοβουλευτικές  επιτροπές   που συγκροτούνται και λειτουργούν κατά τη διάρκεια της συνόδου.

8. Ο Κανονισμός ορίζει τον τρόπο με τον οποίο μετέχουν στις ψηφοφορίες Βουλευτές που βρίσκονται σε αποστολή της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς στο εξωτερικό.

9. Ο Κανονισμός της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς προβλέπει τον τρόπο με τον οποίο η Βουλή ενημερώνεται από την Κυβέρνηση για τα ζητήματα που αποτελούν αντικείμενο κανονιστικής ρύθμισης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συζητεί γι' αυτά.

Άρθρο 226.

1. Κατά τη διάρκεια της διακοπής των εργασιών της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς, το νομοθετικό της έργο, εκτός από τα νομοθετήματα που ανήκουν στην αρμοδιότητα της Ολομέλειας ασκείται από Τμήμα της που συγκροτείται και λειτουργεί σύμφωνα με τον Κανονισμό της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς.

2. Με τον Κανονισμό μπορεί να προβλεφθεί η επεξεργασία των νομοσχεδίων ή των προτάσεων νόμων από κοινοβουλευτική επιτροπή που την αποτελούν μέλη του ίδιου Τμήματος.

Άρθρο 227.


1. Στην Ολομέλεια της Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς συζητούνται και ψηφίζονται ο Κανονισμός της, νομοσχέδια και προτάσεις νόμων για νομοσχέδια και προτάσεις εκτελεστικών του Συντάγματος νόμων, νομοσχέδια και προτάσεις νόμων για την αυθεντική ερμηνεία νόμων, καθώς και για κάθε άλλο θέμα που σύμφωνα με ειδική πρόβλεψη του Συντάγματος ανατίθεται στην Ολομέλεια της Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς.

2. Η συζήτηση και ψήφιση όλων των άλλων νομοσχεδίων ή προτάσεων νόμων μπορεί να γίνεται, κατά τη διάρκεια της συνόδου, από την αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή. Γίνεται επίσης από το Τμήμα που συγκροτείται και λειτουργεί κατά τη διάρκεια της διακοπής των εργασιών της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

3. Η  διαρκής κοινοβουλευτική επιτροπή που επιλαμβάνεται της  ψήφισης νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου μπορεί με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της να παραπέμπει στην Ολομέλεια οποιαδήποτε αμφισβήτηση για την αρμοδιότητα της. Η απόφαση της Ολομέλειας δεσμεύει τις επιτροπές.

4. Μεταξύ της κατάθεσης νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου και της συζήτησής του στη διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή πρέπει να μεσολαβεί τουλάχιστον μία εβδομάδα.

5.  Νομοσχέδιο ή  πρόταση νόμου  που  συζητήθηκε και  ψηφίστηκε στην  αρμόδια  διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή  εισάγεται  στην  Ολομέλεια  σε  μία  συνεδρίαση,  όπως  ορίζει  ο Κανονισμός της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς, και συζητείται και ψηφίζεται ενιαία επί της αρχής, επί των άρθρων και στο σύνολο.

6. Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που έγινε δεκτή στην επιτροπή με πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων πέμπτων συζητείται και ψηφίζεται στην Ολομέλεια, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30

Νομοθετική λειτουργία της Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς. Άρθρο 228.
Το δικαίωμα πρότασης νόμων που αφορούν σε θέματα Εθνικής Άμυνας, Διεθνών Σχέσεων και Εθνικής Παιδείας, ανήκει στη Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς, στον Πρωθυπουργό, στους Υπουργούς και Υφυπουργούς, στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και στον Συνήγορο του Λαού.

Άρθρο 229.

1. Κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου συνοδεύεται υποχρεωτικά από αιτιολογική έκθεση, πριν εισαχθεί στη Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς, στην Ολομέλεια ή σε Τμήματα, μπορεί να παραπεμφθεί για νομοτεχνική επεξεργασία στην επιστημονική υπηρεσία όταν συσταθεί, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

2. Τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων που κατατίθενται στη Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς παραπέμπονται στην οικεία κοινοβουλευτική επιτροπή. Αφού υποβληθεί η έκθεση ή περάσει άπρακτη η προθεσμία που είχε ταχθεί για την υποβολή της, εισάγονται στη Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς για συζήτηση, μετά παρέλευση τριών ημερών από τότε, εκτός αν ο Πρωθυπουργός, οι αρμόδιοι Υπουργοί ή Υφυπουργοί, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και ο Συνήγορος του Λαού τα έχουν χαρακτηρίσει ως επείγοντα. Η συζήτηση αρχίζει ύστερα από προφορική εισήγηση του Πρωθυπουργού, των Υπουργών ή Υφυπουργών, του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας  η του Συνηγόρου του Λαού και των εισηγητών της Επιτροπής.

3. Δεν εισάγεται για συζήτηση νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που αποσκοπεί στην τροποποίηση διάταξης νόμου, αν δεν έχει καταχωριστεί στην αιτιολογική έκθεση ολόκληρο το κείμενο της διάταξης που τροποποιείται, και στο κείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης ολόκληρη η νέα διάταξη, όπως διαμορφώνεται με την τροποποίηση.


4. Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που περιέχει διατάξεις άσχετες με το κύριο αντικείμενο τους δεν εισάγεται για συζήτηση.

5. Προσθήκη ή τροπολογία άσχετη με το κύριο αντικείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης νόμου δεν εισάγεται για συζήτηση.

7. Προσθήκες ή τροπολογίες Υπουργών συζητούνται μόνο αν έχουν υποβληθεί τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από την έναρξη της συζήτησης στην Ολομέλεια, ή στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

8. Σε περίπτωση αμφισβήτησης αποφαίνεται η Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς.

9. Βουλευτές που δεν μετέχουν στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή έχουν το δικαίωμα να λάβουν το λόγο επί της αρχής και για να υποστηρίξουν προτάσεις νόμων και προσθήκες ή τροπολογίες που έχουν υποβάλει, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

10. Μία φορά το μήνα, σε ημέρα που θα προσδιοριστεί από τον Κανονισμό, εγγράφονται στην ημερήσια διάταξη κατά σειρά προτεραιότητας και  συζητούνται εκκρεμείς προτάσεις νόμων.

11. Κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού, εφόσον υποβάλλεται από Υπουργούς, δεν εισάγεται για συζήτηση, αν δεν συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που καθορίζει τη δαπάνη. Εφόσον υποβάλλεται από τον Πρωθυπουργό, τους Υπουργούς και Υφυπουργούς, τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και τον Συνήγορο του Λαού, διαβιβάζεται πριν από κάθε συζήτηση στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, που υποχρεούται να υποβάλει στη  Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς σχετική έκθεση μέσα σε δεκαπέντε ημέρες.

12. Το ίδιο ισχύει και για τις τροπολογίες, αν το ζητήσουν ο Πρωθυπουργός, οι αρμόδιοι Υπουργοί ή Υφυπουργοί, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και ο Συνήγορος του Λαού. Σ' αυτή την περίπτωση το Γενικό Λογιστήριο υποχρεούται να υποβάλει στην Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς την έκθεσή του μέσα σε τρεις ημέρες.

13. Νομοσχέδιο που συνεπάγεται δαπάνη ή ελάττωση εσόδων δεν εισάγεται για συζήτηση, αν  δεν  συνοδεύεται  από  ειδική  έκθεση  για  τον  τρόπο  που  θα  καλυφθούν,  η  οποία υπογράφεται από τον αρμόδιο Υπουργό και τον Υπουργό Οικονομικών και έχει την αιτιολογημένη αναφορά και σύμφωνη γνώμη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

Άρθρο 230.

1. Κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου συζητείται και ψηφίζεται μία μόνο φορά, καταρ-
χήν, κατ' άρθρο και στο σύνολο.

2. Αν κατά τη συζήτηση έγιναν δεκτές προσθήκες ή τροπολογίες, η ψήφιση στο σύνολο αναβάλλεται   για ένα εικοσιτετράωρο από τη διανομή του τροποποιημένου νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου.

3. Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που χαρακτηρίζεται από Πρωθυπουργό, τους Υπουργούς και  Υφυπουργούς, τον Γενικό Εισαγγελέα της  Δημοκρατίας και τον Συνήγορο του  Λαού κατεπείγον, εισάγεται για ψήφιση, ύστερα από περιορισμένη συζήτηση σε μία συνεδρίαση, από την Ολομέλεια, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς.

4.  Ο  Πρωθυπουργός, οι  αρμόδιοι  Υπουργοί ή  Υφυπουργοί, ο  Γενικός  Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και ο Συνήγορος του Λαού, μπορούν να ζητήσουν να συζητηθεί σε ορισμένο αριθμό συνεδριάσεων, νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που έχει επείγοντα χαρακτήρα, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Κάτω Βουλής των Ελλήνων της Διασποράς.

Άρθρο 231.


1. Η αυθεντική ερμηνεία των νόμων ανήκει στη νομοθετική λειτουργία.

2.   Η   αυθεντική  ερμηνεία  της   Συνταγματικότητας  των   Νόμων,  ανήκει  στο   Ανώτατο
Συνταγματικό Δικαστήριο.

3. Οι Νόμοι ισχύουν μόνο με την δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 31

Πρωθυπουργός

Ανάδειξη του Πρωθυπουργού

Άρθρο 232.

1.  Ο  Πρωθυπουργός είναι  ο  Πρόεδρος της  Κυβέρνησης. Εκλέγεται κατευθείαν από  τον ελληνικό Λαό για τετραετή περίοδο.

2. Το αξίωμα του Πρωθυπουργού είναι ασυμβίβαστο με οποιοδήποτε άλλο αξίωμα, θέση ή έργο.

3. Η πρωθυπουργική περίοδος αρχίζει από την ορκωμοσία του Πρωθυπουργού.

4. Σε περίπτωση πολέμου, η πρωθυπουργική θητεία παρατείνεται έως τη λήξη του.

5. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου επιτρέπεται μία φορά μόνο.

Άρθρο 233.

Πρωθυπουργός, μπορεί να εκλεγεί όποιος είναι Έλληνας Πολίτης, έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, έχει από πατέρα και μητέρα με ελληνική καταγωγή, έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του και έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν.

Άρθρο 234.

1. Η εκλογή του Πρωθυπουργού γίνεται με μυστική-καθολική ψηφοφορία από τον Λαό, έναν τουλάχιστο μήνα πριν λήξει η θητεία του εν ενεργεία Πρωθυπουργού.

2. Σε περίπτωση οριστικής αδυναμίας του Πρωθυπουργού να εκπληρώσει τα καθήκοντα του, καθώς επίσης και σε περίπτωση που ο Πρωθυπουργός παραιτηθεί, πεθάνει ή κηρυχθεί έκπτωτος κατά τις διατάξεις του παρόντος Συντάγματος, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα στις εκλογές για την ανάδειξη του.

3. Η εκλογή του Πρωθυπουργού γίνεται σε κάθε περίπτωση για πλήρη θητεία.

4.  Πρωθυπουργός εκλέγεται  εκείνος  που  συγκέντρωσε την  πλειοψηφία του  50+1%  του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων των ψηφισάντων ανά την Επικράτεια.

5. Αν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται την επόμενη Κυριακή, μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων.

6. Ο εκλεγόμενος Πρωθυπουργός αναλαμβάνει την άσκηση των καθηκόντων του από την επομένη της ημέρας που έληξε η θητεία του απερχόμενου Πρωθυπουργού σε όλες τις άλλες περιπτώσεις από την επομένη της εκλογής του.

7. Ο Πρωθυπουργός, πριν αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του, δίνει ενώπιον της
Βουλής τον ακόλουθο όρκο:


«Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδος να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους Νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Χώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Ελλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού».

8. Η χορηγία του Πρωθυπουργού, δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του μισθού του
Προέδρου του Αρείου Πάγου.

Άρθρο 235.

1. Τον Πρωθυπουργό, όταν απουσιάζει στο εξωτερικό περισσότερο από δέκα ημέρες, αν πεθάνει, παραιτηθεί, κηρυχθεί έκπτωτος ή αν κωλύεται για οποιονδήποτε λόγο να ασκήσει τα καθήκοντά του, τον αναπληρώνει προσωρινά ο πρώτος Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης. Σε αδυναμία του πρώτου Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, την θέση του Πρωθυπουργού αναλαμβάνει ο Δεύτερος Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης.

2. Αν η αδυναμία του Πρωθυπουργού να ασκήσει τα καθήκοντά του παρατείνεται πέρα από τριάντα ημέρες, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα υποψήφιο, στις εκλογές για την ανάδειξη του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 32

Αρμοδιότητες του Πρωθυπουργού

Άρθρο 236.

1. Ο Πρωθυπουργός, είναι ο επικεφαλής της Κυβέρνησης της χώρας.

Άρθρο 237.

1. Την Κυβέρνηση αποτελεί το Υπουργικό Συμβούλιο που απαρτίζεται από τον Πρωθυπουργό, τους  Υπουργούς και  τους  Υφυπουργούς. Το  Υπουργικό Συμβούλιο, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 11 υπουργεία. Ήτοι: 1. Υπουργείο Εσωτερικών και Ασφάλειας. 2. Υπουργείο Εξωτερικών και Διεθνών Σχέσεων. 3. Υπουργείο Άμυνας και Εθνοφρουράς. 4. Υπουργείο Οικονομίας. 5.  Υπουργείο Ανάπτυξης, Τουρισμού και Επιχειρηματικότητας. 6. Υπουργείο Γεωργίας, Αλιείας, Κτηνοτροφίας. 7. Υπουργείο Ναυτιλίας. 8. Υπουργείο Παιδείας.
9. Υπουργείο Εργασίας, Υγείας και Κοινωνικής Ασφάλισης. 10. Υπουργείο Περιφερειακής
Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος και Δημοσίων Έργων. 11. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.

2.  Κανένας δεν  μπορεί  να  διοριστεί μέλος  του  Πρωθυπουργού ή  Υφυπουργός, αν  δεν συγκεντρώνει τα προσόντα που ορίζει το άρθρο 233 για τον Πρωθυπουργό.

3. Οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα του Πρωθυπουργού, των Υπουργών και των
Υφυπουργών αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων τους.

4. Το αξίωμα  του Πρωθυπουργού, του Υπουργού και του Υφυπουργού προς άλλα έργα είναι ασυμβίβαστο.

5. Κανένα μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν μπορεί να έχει αιρετή θέση, οποιουδήποτε βαθμού.

6. Ο Πρωθυπουργός ορίζει με απόφασή του δύο αναπληρωτές του, τον Πρώτο Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και τον Δεύτερο Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης οι οποίοι τελούν υποχρεωτικά και χρέη Υπουργών.

7. Ο Πρωθυπουργός ορίζει με απόφασή του τους Υπουργούς της Κυβέρνησής του.

8. Κατ’ εξαίρεση, ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, επιλέγεται από τον Πρωθυπουργό, από πέντε υποψηφίους που προτείνουν οι κοινωνικοί φορείς της Ναυτιλίας.


Άρθρο 238.

1. Η Κυβέρνηση καθορίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της Χώρας, σύμφωνα με τους ορισμούς του Συντάγματος και των νόμων.

2. Ο Πρωθυπουργός εξασφαλίζει την ενότητα της Κυβέρνησης και κατευθύνει τις ενέργειές της,  καθώς  και  των  δημόσιων  γενικά  υπηρεσιών  για  την  εφαρμογή  της  κυβερνητικής πολιτικής μέσα στο πλαίσιο των νόμων.

Άρθρο 239.

1. Κάθε Υπουργός ασκεί τις αρμοδιότητες που ορίζει ο Νόμος.

2.  Οι  Υφυπουργοί  ασκούν  τις  αρμοδιότητες  που  τους  αναθέτει  με  κοινή  απόφαση  ο
Πρωθυπουργός και ο οικείος Υπουργός.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 33

Σχέσεις Βουλής και Κυβέρνησης

Άρθρο 240.

1. Τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς και οι Υφυπουργοί είναι συλλογικώς υπεύθυνοι για τη γενική πολιτική της Κυβέρνησης και καθένας από αυτούς για τις πράξεις ή παραλείψεις της αρμοδιότητας του.

2. Σε καμία περίπτωση η έγγραφη ή προφορική εντολή του Πρωθυπουργού δεν απαλλάσσει τους Υπουργούς και τους Υφυπουργούς από την ευθύνη τους.

Άρθρο 241.

1. Ο Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης, για αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως Νόμος ορίζει.

2.  Ο  Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, είναι υποχρεωμένος να  κινήσει την διαδικασία δίωξης κατά όσων διατελούν ή  διετέλεσαν μέλη  της  Κυβέρνησης για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως Νόμος ορίζει, μετά από αιτιολογημένη μηνυτήρια αναφορά δική του ή έστω και ενός εκ των Αιρετών Εισαγγελέων της Επικράτειας.

3. Αρμόδια για την εκδίκαση των παραπεφθέντων μελών της Κυβέρνησης, είναι σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο για παραβίαση του Συντάγματος, ο Άρειος  Πάγος, για  ποινικά αδικήματα και  το  Συμβούλιο της  Επικρατείας για  βλάβη  του Δημοσίου.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 34

Ειδικές ευθύνες του Πρωθυπουργού.
Άρθρο 242.
1. Ο Πρωθυπουργός ευθύνεται οπωσδήποτε για πράξεις που έχει ενεργήσει κατά την άσκηση των καθηκόντων του, για έσχατη προδοσία ή παραβίαση, του Συντάγματος. Για πράξεις που δεν σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του, εκτός των κακουργημάτων, η δίωξη αναστέλλεται εωσότου λήξει η πρωθυπουργική θητεία.


2.  Το  Συμβούλιο της  Δημοκρατίας είναι  αυτό  που  αποφασίζει κατά  πλειοψηφία για  την παραπομπή σε δίκη, του Πρωθυπουργού.

3. Η πρόταση για κατηγορία και παραπομπή του Πρωθυπουργού σε δίκη μπορεί να γίνει και μετά  από  Δημοψήφισμα, με  μυστική-καθολική ανά  την  επικράτεια ψηφοφορία, το  οποίο μπορεί να προκαλέσει με συλλογή υπογραφών, το 10% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων της Επικράτειας και  από τις  διαδικασίες που ορίζονται στα άρθρα 88 και 89 του παρόντος Συντάγματος.

4. Αφότου παραπεμφθεί, ο Πρωθυπουργός απέχει από την άσκηση των καθηκόντων του και αναπληρώνεται, από τον Πρώτο Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και αν αυτός αδυνατεί για οποιονδήποτε λόγο από τον Δεύτερο Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και  αναλαμβάνει πάλι τα καθήκοντά  του,  αφότου  το  Ανώτατο  Συνταγματικό  Δικαστήριο,  ο  Άρειος  Πάγος  ή  το Συμβούλιο της Επικρατείας εκδώσουν κατά περίπτωση απαλλακτική απόφαση και εφόσον δεν εξαντλήθηκε η θητεία του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35

Δικαστική Εξουσία.
Άρθρο 243.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης λειτουργεί υπό τη διεύθυνση και την ευθύνη του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ο οποίος ασκεί τις εξουσίες του απευθείας με τη βοήθεια των λειτουργών που καθορίζει ο Νόμος, όπως αυτός ορίζεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 36

Ανάδειξη του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Άρθρο 244.
1. Ο Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, είναι ο επικεφαλής του Υπουργείου
Δικαιοσύνης. Εκλέγεται κατευθείαν από τον ελληνικό Λαό για τετραετή περίοδο.

2. Το αξίωμα του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας είναι ασυμβίβαστο με οποιοδήποτε άλλο αξίωμα, θέση ή έργο.

3. Η περίοδος εκτέλεσης των αρμοδιοτήτων του, αρχίζει από την ορκωμοσία του Αιρετού
Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

4. Σε περίπτωση πολέμου, η θητεία του παρατείνεται έως τη λήξη του.

5. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου επιτρέπεται μία φορά μόνο.

Άρθρο 245.

Αιρετός  Γενικός  Εισαγγελέας της  Δημοκρατίας, μπορεί  να  εκλεγεί  όποιος  είναι  Έλληνας Πολίτης, έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, έχει από πατέρα και μητέρα ελληνική καταγωγή, έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν έχει φθάσει στον βαθμό του Εφέτη Δικαστή ή έχει εικοσαετή υπηρεσία στην Δικηγορία ή είναι Καθηγητής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της  Ημεδαπής με  αντικείμενο τη  Νομική Επιστήμη.

Άρθρο 246.

1. Η εκλογή του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας γίνεται με μυστική-καθολική ψηφοφορία από τον ελληνικό Λαό, έναν τουλάχιστο μήνα πριν λήξει η θητεία του εν ενεργεία Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.


2. Σε περίπτωση οριστικής αδυναμίας του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας να εκπληρώσει τα καθήκοντα του, καθώς επίσης και σε περίπτωση που ο Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας παραιτηθεί, πεθάνει ή κηρυχθεί έκπτωτος κατά τις διατάξεις του Συντάγματος, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα στις εκλογές για την ανάδειξη του.

3. Η εκλογή του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας γίνεται σε κάθε περίπτωση για πλήρη θητεία.

4. Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία του 50+1% του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων των ψηφισάντων ανά την Επικράτεια.

5. Αν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται την επόμενη Κυριακή, μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων.

6. Ο εκλεγόμενος Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας αναλαμβάνει την άσκηση των καθηκόντων του από την επομένη της ημέρας που έληξε η θητεία του απερχόμενου Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας  σε όλες τις άλλες περιπτώσεις από την επομένη της εκλογής του.

7. Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, πριν αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του, δίνει ενώπιον της Βουλής τον ακόλουθο όρκο:

«Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδος να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους Νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Χώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Ελλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού».

8. Η χορηγία του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του μισθού του Δικαστή Εφέτη.

Άρθρο 247.

1. Τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, όταν απουσιάζει στο εξωτερικό περισσότερο από δέκα ημέρες, αν πεθάνει, παραιτηθεί, κηρυχθεί έκπτωτος ή αν κωλύεται για οποιονδήποτε λόγο να ασκήσει τα καθήκοντά του, τον αναπληρώνει προσωρινά ο πρώτος Γενικός Αντιεισαγγελέας της  Δημοκρατίας. Σε  αδυναμία  του  πρώτου  Γενικού  Αντιεισαγγελέα της Δημοκρατίας, την θέση του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας αναλαμβάνει ο Δεύτερος Γενικός Αντιεισαγγελέας της Δημοκρατίας.

2. Αν η αδυναμία του Αιρετού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας να ασκήσει τα καθήκοντά του παρατείνεται πέρα από τριάντα ημέρες, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα υποψήφιο, στις εκλογές για την ανάδειξη του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: