ΚΕΦΑΛΑΙΟ 49
Συμβούλιο της Επικρατείας. Άρθρο 268.
Αρμοδιότητες.
1. Αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι η εκδίκαση της νομιμότητας των πράξεων της Δημόσιας Διοίκησης και των πράξεων της Νομαρχιακής, Δημοτικής και Κοινοτικής Αυτοδιοίκησης.
2. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν ιδίως:
α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση Διοίκησης ή για παράβαση νόμου.
β) Η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστη-
ρίων, όπως Νόμος ορίζει.
γ) Η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ' αυτό σύμφωνα με το
Σύνταγμα και τους Νόμους.
δ) Η επεξεργασία όλων των διαταγμάτων που έχουν κανονιστικό χαρακτήρα.
ε) Η εκδίκαση υποθέσεων που αναφέρονται στην ευθύνη των πολιτικών ή στρατιωτικών δημόσιων υπαλλήλων, καθώς και των υπαλλήλων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου για κάθε ζημία που από δόλο ή αμέλεια προκλήθηκε στο Κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
ζ) Να προΐσταται του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, των οποίων αρμοδιότητες είναι:
3. Ο έλεγχος των δαπανών του Κράτους, καθώς και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων, που υπάγονται με ειδική διάταξη νόμου στο καθεστώς αυτό.
4. Ο έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως Νόμος ορίζει.
5. Ο έλεγχος των λογαριασμών των δημόσιων υπολόγων και των Οργανισμών Τοπικής
Αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
6. Η γνωμοδότηση για τα νομοσχέδια που αφορούν συντάξεις ή αναγνώριση υπηρεσίας για την παροχή δικαιώματος σύνταξης, καθώς και για κάθε άλλο θέμα που ορίζει ο Νόμος.
7. Η σύνταξη και η υποβολή έκθεσης προς τη Βουλή για τον απολογισμό και ισολογισμό του
Κράτους.
8. Η εκδίκαση διαφορών σχετικά με την απονομή συντάξεων, καθώς και με τον έλεγχο των λογαριασμών.
9. Να συνοδεύει με έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που καθορίζει τη δαπάνη, κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού και τα οποία εισάγονται για ψήφιση στην Άνω Βουλή των Ελλήνων και στην Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς. Εφόσον το σχέδιο νόμου υποβάλλεται από τον Πρωθυπουργό, τους Υπουργούς, τους Υφυπουργούς, τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τον Συνήγορο του Λαού και τους Βουλευτές, διαβιβάζεται πριν από κάθε συζήτηση στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, που υποχρεούται να υποβάλει στη Άνω Βουλή των Ελλήνων και στην Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς, σχετική έκθεση μέσα σε δεκαπέντε ημέρες.
10. Το ίδιο ισχύει και για τις τροπολογίες νομοσχεδίων, αν ζητηθεί από τον Πρωθυπουργό, τους Υπουργούς, τους Υφυπουργούς, τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τον Συνήγορο του Λαού και τους Βουλευτές. Σ' αυτή την περίπτωση το Γενικό Λογιστήριο υποχρεούται να υποβάλει στη Άνω Βουλή των Ελλήνων ή στην Κάτω Βουλή των Ελλήνων της Διασποράς την έκθεσή του, μέσα σε τρεις ημέρες.
11. Ο έλεγχος της Τράπεζας της Ελλάδος, και η συγκρότηση, επιθεώρηση και επιτήρηση του Δημόσιου Οργανισμού Τραπεζικής Εποπτείας, ο οποίος υποβάλλει στην Άνω Βουλή των Ελλήνων αναφορές των επιθεωρήσεων που πραγματοποιεί.
12. Η διοίκηση και οι οργανισμοί του δημοσίου, έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται προς τις δικαστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο Δημόσιο όργανο, αιρετό ή διορισμένο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 50
Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας. Άρθρο 269.
Στελέχωση.
1. Η ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποτελείται από ένδεκα Δικαστές. Δέκα
Τακτικούς Δικαστές συν τον Αιρετό Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 51
Εκλογή των Τακτικών Δικαστών του Συμβουλίου της Επικρατείας. Άρθρο 270.
1. Οι δέκα τακτικοί Δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας, εκλέγονται από το σύνολο των
Τακτικών Δικαστών του Σώματος των Δικαστών.
2. Υποψήφιοι Δικαστές για το Συμβούλιο της Επικρατείας, μπορούν να είναι μόνον τακτικοί
Δικαστές οι οποίοι έφθασαν στον βαθμό του Εφέτη Δικαστή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 52
Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Άρθρο 271.
1. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προεδρεύει του Συμβουλίου της
Επικρατείας. Εκλέγεται κατευθείαν από τον ελληνικό Λαό για τετραετή περίοδο.
2. Το αξίωμα του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι ασυμβίβαστο με οποιοδήποτε άλλο αξίωμα, θέση ή έργο.
3. Η περίοδος εκτέλεσης των αρμοδιοτήτων του, αρχίζει από την ορκωμοσία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας.
4. Σε περίπτωση πολέμου, η θητεία του παρατείνεται έως τη λήξη του.
5. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου επιτρέπεται μία φορά μόνο.
Άρθρο 272.
Αιρετός Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, μπορεί να εκλεγεί όποιος είναι Έλληνας Πολίτης, έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, έχει από πατέρα και μητέρα ελληνική καταγωγή, έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του, έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν και έχει φθάσει στον βαθμό του Εφέτη Δικαστή.
Άρθρο 273.
1. Η εκλογή του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας γίνεται με μυστική-καθολική ψηφοφορία από τον ελληνικό Λαό, έναν τουλάχιστο μήνα πριν λήξει η θητεία του εν ενεργεία Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας.
2. Σε περίπτωση οριστικής αδυναμίας του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας να εκπληρώσει τα καθήκοντα του, καθώς επίσης και σε περίπτωση που ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας παραιτηθεί, πεθάνει ή κηρυχθεί έκπτωτος κατά τις διατάξεις του Συντάγματος, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα στις εκλογές για την ανάδειξη του.
3. Η εκλογή του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας γίνεται σε κάθε περίπτωση για πλήρη θητεία.
4. Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία του 50+1% του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων των ψηφισάντων ανά την Επικράτεια.
5. Αν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται την επόμενη Κυριακή, μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων.
6. Ο εκλεγόμενος Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας αναλαμβάνει την άσκηση των καθηκόντων του από την επομένη της ημέρας που έληξε η θητεία του απερχόμενου Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας σε όλες τις άλλες περιπτώσεις από την επομένη της εκλογής του.
7. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, πριν αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του, δίνει ενώπιον της Βουλής τον ακόλουθο όρκο:
«Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδος να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους Νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Χώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Ελλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού».
8. Η χορηγία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του μισθού του Δικαστή Εφέτη.
Άρθρο 274.
1. Τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, όταν απουσιάζει στο εξωτερικό περισσότερο από δέκα ημέρες, αν πεθάνει, παραιτηθεί, κηρυχθεί έκπτωτος ή αν κωλύεται για οποιονδήποτε λόγο να ασκήσει τα καθήκοντά του, τον αναπληρώνει προσωρινά ο πρώτος Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σε αδυναμία του πρώτου Πρόεδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, την θέση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας αναλαμβάνει ο Δεύτερος Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας.
2. Αν η αδυναμία του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας να ασκήσει τα καθήκοντά του παρατείνεται πέρα από τριάντα ημέρες, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα υποψήφιο, στις εκλογές για την ανάδειξη του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 53
Ειδικές ευθύνες του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Άρθρο 275.
1. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ευθύνεται οπωσδήποτε για πράξεις που έχει ενεργήσει κατά την άσκηση των καθηκόντων του, για έσχατη προδοσία ή παραβίαση, του Συντάγματος. Για πράξεις που δεν σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του η δίωξη αναστέλλεται εωσότου λήξει η θητεία του.
2. Τα αρμόδια Ανώτατα Δικαστήρια, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας, κρίνουν και αποφασίζουν για τις πράξεις του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από αναφορά την οποία υποβάλλει, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ή οποιοσδήποτε από τους Αιρετούς Εισαγγελείς των Εφετειακών Περιφερειών.
3. Το Συμβούλιο της Δημοκρατίας είναι αυτό που αποφασίζει κατά πλειοψηφία για την παραπομπή σε δίκη, του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, εξαιρουμένης της παραπομπής του μέσα από τη διαδικασία του Δημοψηφίσματος.
4. Η πρόταση για κατηγορία και παραπομπή του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας σε δίκη μπορεί να γίνει και μετά από Δημοψήφισμα, με μυστική-καθολική ανά την επικράτεια ψηφοφορία, το οποίο μπορεί να προκαλέσει με συλλογή υπογραφών, το 10% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων της Επικράτειας και από τις διαδικασίες που ορίζονται στα άρθρα 88 και 89 του παρόντος Συντάγματος.
5. Αφότου παραπεμφθεί, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας απέχει από την άσκηση των καθηκόντων του και αναπληρώνεται, από τον Πρώτο Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σε αδυναμία του Πρώτου Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, την θέση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας αναλαμβάνει ο Δεύτερος Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, αναλαμβάνει πάλι τα καθήκοντά του, αφότου το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, ο Άρειος Πάγος ή το Συμβούλιο της Επικρατείας εκδώσουν κατά περίπτωση απαλλακτική απόφαση και εφόσον δεν εξαντλήθηκε η θητεία του.
Άρθρο 276.
Αρμοδιότητες του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας.
1. Να ορίζει τους δύο Αντιπροέδρους Αναπληρωτές του, Πρώτο Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας και τον Δεύτερο Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίοι εξελέγησαν από το τακτικό Δικαστικό Σώμα όπως ορίζεται από τα άρθρα 269 και
270 του Συντάγματος.
2. Να εγγυάται την ταχύτητα και την καλή πορεία της απονομής Δικαιοσύνης, τη γρήγορη εκδίκαση και τη δίκαιη δίκη.
3. Νόμος προβλέπει την στελέχωση των Υπηρεσιών του Συμβουλίου της Επικρατείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 54
Άρθρο 277.
Συγκρότηση Δικαστηρίων
1. Η Δικαιοσύνη απονέμεται από Δικαστήρια συγκροτούμενα από τακτικούς και ορκωτούς-
λαϊκούς δικαστές.
2. Οι δικαστές, τακτικοί και λαϊκοί, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους και σε καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά την κατάλυση του Συντάγματος.
Άρθρο 278.
1. Οι δικαστικοί λειτουργοί διορίζονται με Προεδρικό Διάταγμα, σύμφωνα με νόμο που ορίζει τα προσόντα και τη διαδικασία της επιλογής τους, και είναι ισόβιοι.
2. Οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους. Τα σχετικά με τη βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη και με την κατάστασή τους γενικά, καθορίζονται με ειδικούς Νόμους.
3. Προβλέπεται εκπαιδευτική και δοκιμαστική περίοδος των δικαστικών λειτουργών, διάρκειας έως τριών ετών, πριν διοριστούν ως τακτικοί. Κατά την περίοδο αυτή μπορούν να ασκούν και καθήκοντα τακτικού δικαστή.
4. Οι δικαστικοί λειτουργοί μπορούν να διωχθούν μετά από δίωξη την οποία μπορεί να ασκήσει ο Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας. Οι δικαστικοί λειτουργοί μπορούν να παυτούν μόνο ύστερα από δικαστική απόφαση, εξαιτίας ποινικής καταδίκης ή για βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα ή ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια, που βεβαιώνονται με αποφάσεις των Ανώτατων Δικαστηρίων, Αρείου Πάγου, Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας.
5. Οι δικαστικοί λειτουργοί, έως και το βαθμό του εφέτη, αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους και όλοι όσοι έχουν βαθμούς ανώτερους από αυτούς ή τους αντίστοιχους με αυτούς αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής θεωρείται σε κάθε περίπτωση ως ημέρα που συμπληρώνεται το όριο αυτό η 30ή Ιουνίου του έτους της αποχώρησης του δικαστικού λειτουργού.
6. Μετάταξη δικαστικών λειτουργών απαγορεύεται, εκτός των περιπτώσεων κατά τις οποίες, την αίτηση μετάταξης υποβάλλει ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος δικαστικός λειτουργός.
Άρθρο 279.
1. Απαγορεύεται στους δικαστικούς λειτουργούς να παρέχουν κάθε άλλη μισθωτή υπηρεσία καθώς και να ασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα.
2. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται στους δικαστικούς λειτουργούς να εκλέγονται μέλη της Ακαδη-
μίας Αθηνών ή του διδακτικού προσωπικού ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
3. Η ανάθεση διοικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς απαγορεύεται.
4. Καθήκοντα, σχετικά με την εκπαίδευση των δικαστικών λειτουργών, θεωρούνται δικαστικά.
5. Επιτρέπεται η ανάθεση σε δικαστικούς λειτουργούς των καθηκόντων εκπροσώπησης της
Χώρας σε Διεθνή Δικαστήρια ή άλλους γνωμοδοτικούς περί την Δικαιοσύνη διεθνείς φορείς.
6. Απαγορεύεται στους δικαστικούς λειτουργούς η συμμετοχή σε οποιοδήποτε νομοθετικό, εκτελεστικό, ελεγκτικό σώμα εξουσίας, η συμμετοχή τους σε οποιαδήποτε εκλογική διαδικασία πλην αυτών που ορίζονται στο παρόν Σύνταγμα καθώς και η δημόσια στήριξή ή καταγγελία πολιτικού φορέα.
Άρθρο 280.
1. Οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις των δικαστικών λει- τουργών ενεργούνται με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Αυτό συγκροτείται από τον Πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Προέδρου του Αρείου Πάγου, από τον πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Προέδρου του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου από τον πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας καθώς και από τον Αιρετό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή εκπρόσωπο του.
2. Στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο μετέχουν και τρείς δικαστικοί λειτουργοί του κλάδου στον οποίο αφορούν οι υπηρεσιακές μεταβολές, βαθμού τουλάχιστον εφέτη, που επιλέγονται με κατευθείαν εκλογή από το Σώμα των Τακτικών Δικαστών.
3. Οι αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου για τα ζητήματα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, είναι υποχρεωτικές για το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Άρθρο 281.
1. Η πειθαρχική Διοίκηση στους δικαστικούς λειτουργούς, ασκείται από το Ανώτατο Πει-
θαρχικό Συμβούλιο. Την πειθαρχική δίωξη εγείρει ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.
2. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο συγκροτείται από τον Πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Προέδρου του Αρείου Πάγου, από τον πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Προέδρου του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου και από τον πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, από τον Αιρετό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή εκπρόσωπο του, και τρείς δικαστικούς λειτουργούς, βαθμού τουλάχιστον εφέτη που επιλέγονται με κατευθείαν εκλογή από το Σώμα των Τακτικών Δικαστών.
Άρθρο 282.
1. Οι υπάλληλοι της γραμματείας όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών είναι μόνιμοι. Μπορεί να παυτούν μόνο με δικαστική απόφαση εξαιτίας ποινικής καταδίκης, ή με απόφαση του Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβούλιου για βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα, ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια που βεβαιώνονται, όπως Νόμος ορίζει.
2. Νόμος ορίζει τα προσόντα των υπαλλήλων της γραμματείας όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών.
3. Οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις των δικαστικών υπαλλήλων αποφασίζονται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
4. Οι υπάλληλοι των υποθηκοφυλακείων είναι δικαστικοί υπάλληλοι.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 55
Οργάνωση και δικαιοδοσία των δικαστηρίων
Άρθρο 283.
1. Τα Δικαστήρια διακρίνονται σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια, Οικογενειακά, Ανηλίκων, Διοικητικά, Πολιτικά και Ποινικά.
2. Τα πολιτικά Δικαστήρια, διακρίνονται σε αυτά των Μικρών Απαιτήσεων και τα Τακτικά
Πολιτικά Δικαστήρια.
3. Τα Πρωτοβάθμια Δικαστήρια και τα Δικαστήρια Μικρών Απαιτήσεων, συγκροτούνται από τους τακτικούς δικαστές και τη Γραμματεία του Δικαστηρίου.
4. Διακρίνονται σε: α) Μονομελή Δικαστήρια, ήτοι: 1. Μονομελή Οικογενειακά Δικαστήρια 2. Μονομελή Δικαστήρια Ανηλίκων 3. Μονομελή Δικαστήρια Μικρών Απαιτήσεων 4. Μονομελή Διοικητικά Δικαστήρια 5. Μονομελή Πολιτικά Δικαστήρια και 6. Μονομελή Πλημμελειοδικεία. β) Τριμελή Δικαστήρια, ήτοι: 1. Τριμελή Πλημμελειοδικεία. 2. Τριμελή Πολιτικά Δικαστήρια και
3. Τριμελή Διοικητικά Δικαστήρια.
4. Οι τακτικοί Δικαστές τηρούν την δικονομική τάξη, αποφασίζουν για την ενοχή ή αθωότητα του κατηγορουμένου, αποφασίζουν για την αποδοχή ή μη των αγωγών αστικών απαιτήσεων και επιβάλλουν τις προβλεπόμενες από το Σύνταγμα και τους Νόμους ποινές.
3. Η Γραμματεία του Δικαστηρίου, είναι αρμόδια για την Γραμματειακή υποστήριξη του
Δικαστηρίου.
4. Τα δευτεροβάθμια Δικαστήρια, συγκροτούνται:
Α. Από τον τακτικό Δικαστή και την Γραμματεία του Δικαστηρίου. Ο τακτικός Δικαστής, τηρεί την προβλεπόμενη δικονομική τάξη και η Γραμματεία του Δικαστηρίου την Γραμματειακή υποστήριξη.
Β. Από το Σώμα των Ενόρκων το οποίο αποτελείται από δεκαπέντε Ορκωτούς-Λαϊκούς Δικαστές, οι οποίοι αποφασίζουν για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου, αποφασίζουν για την αποδοχή ή μη των αγωγών αστικών απαιτήσεων και επιβάλλουν τις προβλεπόμενες από το Σύνταγμα και τους Νόμους ποινές, όπως αυτές ανακοινώνονται σε αυτούς από τον Τακτικό Δικαστή.
Γ. Διακρίνονται σε: α) Μονομελή Ορκωτά Δικαστήρια, ήτοι: 1. Μονομελή Ορκωτά Οικογενειακά Δικαστήρια 2. Μονομελή Ορκωτά Δικαστήρια Ανηλίκων 3. Μονομελή Ορκωτά Διοικητικά Δικαστήρια 4. Μονομελή Ορκωτά Πολιτικά Δικαστήρια 5. Μονομελή Ορκωτά Πλημμελειοδικεία και 6. Μονομελή Ορκωτά Κακουργιοδικεία.
Άρθρο 284.
Συγκρότηση του Σώματος των Ενόρκων.
1. Το Σώμα των Ενόρκων, συγκροτείται με κλήρο από ειδικό κατάλογο ο οποίος συντάσσεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης από Έλληνες Πολίτες όπως αυτοί ορίζονται από τα άρθρα 38 και
42 του παρόντος Συντάγματος, δεν έχουν καταδικασθεί για κανένα ποινικό αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος, και δεν τους έχουν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα.
2. Για τον ορισμό του Πολίτη ως Ενόρκου, είναι η απαραίτητη η δημόσια και ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου συγκατάθεση τόσο της Διωκτικής Αρχής, όσο και της Υπεράσπισης του κατηγορουμένου.
3. Οι συνεδριάσεις κάθε Δικαστηρίου είναι δημόσιες, εκτός αν το Δικαστήριο κρίνει με απόφαση του ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων.
4. Απαγορεύεται η χρήση οπτικοακουστικών μέσων εντός των Δικαστηρίων, εξαιρουμένων της καταγραφής των πρακτικών, από την Γραμματεία των.
5. Κάθε απόφαση των ενόρκων, απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση.
6. Τα Δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενο του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα.
Άρθρο 285.
1. Στα διοικητικά Δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές.
2. Στα πολιτικά Δικαστήρια υπάγονται οι ιδιωτικές διαφορές, καθώς και υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας.
3. Στα Δικαστήρια Μικρών Απαιτήσεων, εκδικάζονται υποθέσεις οικονομικών διαφορών ιδιωτών μέχρι του ποσού και της τακτής προθεσμίας εκδίκασής των, που ορίζονται με Νόμο.
Άρθρο 286.
1. Στα τακτικά Πρωτοβάθμια Μονομελή και Τριμελή ποινικά Δικαστήρια ανήκει η τιμωρία των εγκλημάτων και η λήψη όλων των μέτρων που προβλέπουν οι ποινικοί Νόμοι.
3. Οι αποφάσεις των οικογενειακών δικαστηρίων και των δικαστηρίων ανηλίκων δεν απαγγέλλονται δημόσια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου