ΚΕΦΑΛΑΙΟ 56
Αιρετός Εισαγγελέας
Άρθρο 287.
1. Ο Αιρετός Εισαγγελέας, είναι ο επικεφαλής της Διωκτικής Αρχής σε κάθε Νομό της χώρας. Εκλέγεται κατευθείαν από τον ελληνικό Λαό και τους εγγεγραμμένους ψηφοφόρους του κάθε Νομού, για τετραετή περίοδο.
2. Το αξίωμα του Αιρετού Εισαγγελέα είναι ασυμβίβαστο με οποιοδήποτε άλλο αξίωμα, θέση ή έργο.
3. Η περίοδος εκτέλεσης των αρμοδιοτήτων του, αρχίζει από την ορκωμοσία του Αιρετού
Εισαγγελέα.
4. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου επιτρέπεται μία φορά μόνο.
Άρθρο 288.
Αιρετός Εισαγγελέας, μπορεί να εκλεγεί όποιος είναι Έλληνας Πολίτης, έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, έχει από πατέρα και μητέρα ελληνική καταγωγή, έχει συμπληρώσει το τριακοστό έτος της ηλικίας του έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν, έχει διατελέσει ενεργός Δικηγόρος, είτε ως υπεράσπιση είτε ως πολιτική αγωγή για δέκα τουλάχιστον χρόνια και είναι εγγεγραμμένος στους καταλόγους των Δικηγορικών Συλλόγων της Επικράτειας.
Άρθρο 289.
1. Η εκλογή του Αιρετού Εισαγγελέα γίνεται με μυστική-καθολική ψηφοφορία από τους εγγεγραμμένους ψηφοφόρους του Νομού, παράλληλα με τις εκλογές για την Ανάδειξη των εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
2. Σε περίπτωση οριστικής αδυναμίας του Αιρετού Εισαγγελέα να εκπληρώσει τα καθήκοντα του, καθώς επίσης και σε περίπτωση που ο Αιρετός Εισαγγελέας παραιτηθεί, πεθάνει ή
κηρυχθεί έκπτωτος κατά τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα στις εκλογές του Νομού στον οποίο εξελέγη και αναδείχθηκε.
3. Η εκλογή του Αιρετού Εισαγγελέα γίνεται σε κάθε περίπτωση για πλήρη θητεία.
4. Αιρετός Εισαγγελέας εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία του 50+1% του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων των ψηφισάντων ανά Νομό.
5. Αν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται την επόμενη Κυριακή, μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων.
6. Ο εκλεγόμενος Αιρετός Εισαγγελέας αναλαμβάνει την άσκηση των καθηκόντων του από την επομένη της ημέρας που έληξε η θητεία του απερχόμενου Αιρετός Εισαγγελέας σε όλες τις άλλες περιπτώσεις από την επομένη της εκλογής του.
7. Η χορηγία του Αιρετού Εισαγγελέα, δεν μπορεί να υπερβαίνει τον μισθό του Εφέτη
Τακτικού Δικαστή.
Άρθρο 290.
1. Τον Αιρετό Εισαγγελέα, όταν απουσιάζει στο εξωτερικό περισσότερο από δέκα ημέρες, αν πεθάνει, παραιτηθεί, κηρυχθεί έκπτωτος ή αν κωλύεται για οποιονδήποτε λόγο να ασκήσει τα καθήκοντά του, τον αναπληρώνουν προσωρινά οι Βοηθοί Εισαγγελείς.
2. Αν η αδυναμία του Αιρετού Εισαγγελέα να ασκήσει τα καθήκοντά του παρατείνεται πέρα από τριάντα ημέρες, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα υποψήφιο, στις εκλογές για την ανάδειξη του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 57
Ειδικές ευθύνες του Αιρετού Εισαγγελέα. Άρθρο 291.
1. Ο Αιρετός Εισαγγελέας ευθύνεται οπωσδήποτε για πράξεις που έχει ενεργήσει κατά την άσκηση των καθηκόντων του, για έσχατη προδοσία ή παραβίαση, του Συντάγματος, για παράβαση καθήκοντος και για κάθε ποινικό αδίκημα το οποίο τέλεσε κατά την υπηρεσία του.
3. Τα Ορκωτά Δικαστήρια Δευτέρου Βαθμού σε πρώτο βαθμό και τα αρμόδια Ανώτατα Δικαστήρια, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας σε δεύτερο βαθμό, κρίνουν και αποφασίζουν για τις πράξεις του Αιρετού Εισαγγελέα, μετά από αναφορά την οποία υποβάλλει, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ή οποιοσδήποτε από τους Αιρετούς Εισαγγελείς των Εφετειακών Περιφερειών των Νομών της Χώρας.
4. Η πρόταση για κατηγορία και παραπομπή του Αιρετού Εισαγγελέα σε δίκη μπορεί να γίνει και μετά από Δημοψήφισμα, με ψηφοφορία των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων του Νομού, το οποίο μπορεί να προκαλέσει με συλλογή υπογραφών, το 10% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων του Νομού και από τις διαδικασίες που ορίζονται στα άρθρα 88 και 89 του παρόντος Συντάγματος.
5. Αφότου παραπεμφθεί, ο Εισαγγελέας απέχει από την άσκηση των καθηκόντων του και αναπληρώνεται, από τους Βοηθούς Εισαγγελείς.
Άρθρο 292.
Αρμοδιότητες του Αιρετού Εισαγγελέα.
1. Να διατάσσει και να διευθύνει στην περιοχή αρμοδιότητος του, την ποινική έρευνα για τα ποινικά αδικήματα, ανεξαιρέτως όλων των Ελλήνων πολιτών και των αιρετών ή διορισμένων
Δημόσιων Λειτουργών, με σκοπό τη διαλεύκανση όλων των περιστάσεων που μπορούν να επηρεάσουν τον προσδιορισμό και την ευθύνη των αυτουργών και των λοιπών συνεργών και την διαφύλαξη των ενεργών και αδρανών αντικειμένων που σχετίζονται με τη διάπραξη του αδικήματος.
2. Να ασκεί στο όνομα του Ελληνικού Λαού ποινική δίωξη στις περιπτώσεις στις οποίες δεν απαιτείται πρωτοβουλία από πλευράς ενός εκ των μερών, προκειμένου να ξεκινήσει ή να συνεχιστεί μία τέτοια δίωξη.
3. Να συγκεντρώνει και να παρουσιάζει ενώπιον της Δικαιοσύνης όλα τα αποδεικτικά στοιχεία της ενοχής του κατηγορουμένου.
4. Να συμμετέχει στην διαδικασία επιλογής Ενόρκων Δικαστών, σε συνεργασία με την
Υπεράσπιση του Κατηγορουμένου.
5. Να διορίζει τους Αναπληρωτές του Βοηθούς Εισαγγελείς, από Δικηγόρους της περιφέρειας αρμοδιότητάς του.
6. Να διορίζει τον Πρόεδρο της Ελεγκτικής Επιτροπής της Νομαρχίας, των Δήμων και των
Κοινοτήτων της περιοχής αρμοδιότητάς του.
7. Να διορίζει τον Διευθυντή της Δημοτικής και Κοινοτικής Αστυνομίας των Δήμων και των
Κοινοτήτων της περιοχής αρμοδιότητάς τους.
8. Να προΐσταται όλων των διωκτικών αρχών της περιφέρειας αρμοδιότητος του.
9. Νόμος προβλέπει την στελέχωση των Υπηρεσιών του Αιρετού Εισαγγελέα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 58
Εξουσία πολιτών
Συμβούλιο της Δημοκρατίας. Άρθρο 293.
1. Η Εξουσία των Πολιτών ασκείται από το Συμβούλιο της Δημοκρατίας αποτελούμενο από τον Συνήγορο του Λαού ή εκπρόσωπο του, τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή εκπρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τον Πρόεδρο ή εκπρόσωπο του Πρόεδρου του Αρείου Πάγου, τον Πρόεδρο ή τον εκπρόσωπο του Πρόεδρου του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου και τον Πρόεδρο ή τον εκπρόσωπο του Πρόεδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας.
2. Η Εξουσία των Πολιτών είναι ανεξάρτητος οργανισμός και τα Όργανα της απολαμβάνουν λειτουργικής, οικονομικής και διοικητικής αυτονομίας. Γι αυτόν το σκοπό, μέσα στα πλαίσια του γενικού προϋπολογισμού του Κράτους της χορηγείται ένα ετήσιο μεταβλητό κονδύλι.
3. Η οργάνωση και η λειτουργία της θεσμοθετούνται από οργανικό νόμο.
Άρθρο 294.
Τα Όργανα που ασκούν την Εξουσία των Πολιτών είναι υπεύθυνα, σύμφωνα με το παρόν Σύνταγμα και με το νόμο, για να αποτρέπουν, να επιθεωρούν και να αιτούνται από τα αρμόδια Όργανα της Δημοκρατίας επιβολή κυρώσεων, για τις παραβάσεις που διαπράττονται ενάντια στη δημόσια και διοικητική ηθική, να φροντίζουν για τη σωστή διαχείριση και τη νομιμότητα στη χρήση της δημόσιας περιουσίας, για την εκπλήρωση και την εφαρμογή των αρχών της νομιμότητας σε κάθε διοικητική δραστηριότητα του Κράτους και, ομοίως, να προωθούν την εκπαίδευση ως διαδικασία δημιουργίας της ιδιότητας του πολίτη, καθώς και την αλληλεγγύη, την ελευθερία, τη δημοκρατία, την κοινωνική ευθύνη και την εργασία.
Άρθρο 295.
1. Οι εκπρόσωποι του Συμβουλίου της Δημοκρατίας υποβάλλουν στις αρχές και τους λειτουργούς της Δημόσιας Διοίκησης, τις προειδοποιήσεις για σφάλματα στην εκπλήρωση των νομικών τους υποχρεώσεων. Αν δεν συμμορφωθούν προς αυτές υποδείξεις, το Συμ- βούλιο της Δημοκρατίας μπορεί να προτείνει στα αρμόδια Δικαστήρια επιβολή κυρώσεων που θεσμοθετεί ο Νόμος.
2. Σε περίπτωση υποτροπής, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Δημοκρατίας παρουσιάζει μία αναφορά στο όργανο ή το τμήμα, στο οποίο υπάγεται ο Δημόσιος Λειτουργός, προκειμένου να λάβει τα διορθωτικά μέτρα σύμφωνα με την περίπτωση, με την επιφύλαξη των κυρώσεων που προβλέπει ο Νόμος.
Άρθρο 296.
1. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Δημοκρατίας παρουσιάζει μία ετήσια αναφορά ενώπιον της Βουλής των Ελλήνων σε συνεδρίαση ολομέλειας. Κατά τον ίδιο τρόπο παρουσιάζουν τις αναφορές που σε οποιαδήποτε στιγμή τους ζητά η Βουλή των Ελλήνων.
2. Δημοσιοποιούνται τόσο οι τακτικές αναφορές όσο και οι έκτακτες.
Άρθρο 297.
Όλοι οι λειτουργοί της Δημόσιας Διοίκησης είναι υποχρεωμένοι, υπό τις κυρώσεις που θεσμοθετεί ο Νόμος, να συνεργάζονται, με χαρακτήρα επείγουσας προτεραιότητας, με τους εκπροσώπους του Συμβουλίου της Δημοκρατίας στις έρευνες του. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τις δηλώσεις και τα έγγραφα που κρίνουν απαραίτητα για την ανάπτυξη των λειτουργιών τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν αρχειοθετηθεί ή ταξινομηθεί με εμπιστευτικό ή μυστικό χαρακτήρα σύμφωνα με το νόμο. Σε κάθε περίπτωση, η Εξουσία των Πολιτών μπορεί να αιτείται και να έχει στην κατοχή της πληροφορίες που περιέχονται σε εμπιστευτικά ή μυστικά έγγραφα, όλων των μορφών εξουσίας της Δημοκρατίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 59
Συνήγορος του Λαού.
Άρθρο 298.
1. Πρόεδρος του Συμβουλίου της Δημοκρατίας, είναι ο Συνήγορος του Λαού. Ο Συνήγορος του Λαού έχει υπό την ευθύνη του την προώθηση, την υπεράσπιση και την επιτήρηση των δικαιωμάτων και των εγγυήσεων που θεσπίζει το παρόν Σύνταγμα και οι διεθνείς συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και τα νόμιμα, συλλογικά ή διάχυτα συμφέροντα των πολιτών.
2. Ο Συνήγορος του Λαού εκλέγεται, για μία και μόνο πενταετή περίοδο.
3. Το αξίωμα του Συνηγόρου του Λαού είναι ασυμβίβαστο με οποιοδήποτε άλλο αξίωμα, θέση ή έργο.
4. Η περίοδος εκτέλεσης των αρμοδιοτήτων του, αρχίζει από την ορκωμοσία του Συνηγόρου του Λαού.
Άρθρο 299.
1. Συνήγορος του Λαού, μπορεί να εκλεγεί όποιος είναι Έλληνας Πολίτης, έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, έχει από πατέρα και μητέρα ελληνική καταγωγή, έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του και έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν.
2. Σε περίπτωση οριστικής αδυναμίας του Συνηγόρου του Λαού να εκπληρώσει τα καθήκοντα του, καθώς επίσης και σε περίπτωση που ο Συνήγορος του Λαού παραιτηθεί, πεθάνει ή κηρυχθεί έκπτωτος κατά τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα στις εκλογές για την ανάδειξη του.
Άρθρο 300.
1. Η εκλογή του Συνηγόρου του Λαού γίνεται με μυστική-καθολική ψηφοφορία από τον Λαό, έναν τουλάχιστο μήνα πριν λήξει η θητεία του εν ενεργεία Συνηγόρου του Λαού και ταυτόχρονα με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
2. Η εκλογή του Συνηγόρου του Λαού γίνεται σε κάθε περίπτωση για πλήρη θητεία.
3. Συνήγορος του Λαού εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία του 50+1% του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων των ψηφισάντων ανά την Επικράτεια.
4. Αν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται την επόμενη Κυριακή, μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων.
5. Ο εκλεγόμενος Συνήγορος του Λαού αναλαμβάνει την άσκηση των καθηκόντων του από την επομένη της ημέρας που έληξε η θητεία του απερχόμενου Συνηγόρου του Λαού σε όλες τις άλλες περιπτώσεις από την επομένη της εκλογής του.
6. Ο Συνηγόρου του Λαού, πριν αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του, δίνει ενώπιον της
Βουλής τον ακόλουθο όρκο:
«Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδος να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους Νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Χώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Ελλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού».
7. Αν ο Συνήγορος του Λαού, απουσιάσει ή κωλύεται για οποιανδήποτε λόγο να προσφέρει τις υπηρεσίες του για πάνω από τριάντα ημέρες, αναπληρώνεται αμέσως από τον επιλαχόντα υποψήφιο, στις εκλογές για την ανάδειξη του.
8. Ο Συνήγορος του Λαού ευθύνεται οπωσδήποτε για πράξεις που έχει ενεργήσει κατά την άσκηση των καθηκόντων του, για έσχατη προδοσία ή παραβίαση, του Συντάγματος. Για πράξεις που δεν σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του, εκτός των ποινικών αδικημάτων, η δίωξη αναστέλλεται εωσότου λήξει η θητεία του.
9. Το αρμόδιο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας κρίνουν και αποφασίζουν κατά περίπτωση για τις πράξεις του Συνηγόρου του Λαού, είτε αυτοδικαίως και αυτεπαγγέλτως, ή μετά από ποινική δίωξη την οποία ασκεί ο Αιρετός Γενικός Εισαγγελέας.
10. Η πρόταση για κατηγορία και παραπομπή του Συνηγόρου του Λαού σε δίκη μπορεί να γίνει μετά από Δημοψήφισμα, με μυστική-καθολική ανά την επικράτεια ψηφοφορία, το οποίο μπορεί να προκαλέσει με συλλογή υπογραφών, το 10% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων της Επικράτειας και από τις διαδικασίες που ορίζονται άρθρα 88 και 89 του παρόντος Συντάγματος.
11. Η πρόταση για κατηγορία και παραπομπή του Συνηγόρου του Λαού σε δίκη μπορεί να γίνει από την Βουλή υπογραμμένη από το ένα τρίτο τουλάχιστον των μελών της και γίνεται αποδεκτή με απόφαση που λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων του συνόλου των μελών της.
12. Με την εξαίρεση της παραγράφου 10 του παρόντος άρθρου, η παραπομπή του
Συνηγόρου του Λαού αποφασίζεται κατά πλειοψηφία από το Συμβούλιο της Δημοκρατίας.
13. Αν η πρόταση γίνει αποδεκτή, ο Συνήγορος του Λαού παραπέμπεται στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, για παραβίαση του Συντάγματος στον Άρειο Πάγο για ποινικά αδικήματα και το Συμβούλιο της Επικρατείας για βλάβη στο Δημόσιο, κατά περίπτωση αδικήματος.
14. Αφότου παραπεμφθεί, ο Συνήγορος του Λαού απέχει από την άσκηση των καθηκόντων του και αναπληρώνεται, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή εκπρόσωπό του και αναλαμβάνει πάλι τα καθήκοντά του, αφότου το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ο Άρειος Πάγος ή το Συμβούλιο της Επικρατείας κατά περίπτωση, εκδώσουν απαλλακτική απόφαση, εφόσον δεν εξαντλήθηκε η θητεία του.
Άρθρο 301.
Είναι αρμοδιότητες του Συνηγόρου του Λαού:
1. Να φροντίζει για τον αποτελεσματικό σεβασμό και την εγγύηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναγνωρίζουν το παρόν Σύνταγμα και οι διεθνείς συνθήκες, συμφωνίες και τα σύμφωνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχουν κυρωθεί από τη Δημοκρατία, διεξάγοντας έρευνα είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν καταγγελιών.
2. Να φροντίζει για τη σωστή λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, να προστατεύει και να υπερασπίζει τα νόμιμα, συλλογικά ή διάχυτα δικαιώματα και συμφέροντα των προσώπων ενάντια σε αυθαιρεσίες, κατάχρηση εξουσίας και σφάλματα, παρεμβάλλοντας, όπου κρίνεται απαραίτητο, τις απαραίτητες ενέργειες, για να απαιτείται από το Κράτος η αποζημίωση για ζημιά που τους έχει προκληθεί εξαιτίας της λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών.
3. Να εφεσιβάλλει τις αντισυνταγματικές πράξεις, για προστασία κατά της παράνομης κράτησης της παράνομης παρακράτησης στοιχείων και τις υπόλοιπες απαραίτητες ενέργειες και τα μέσα για την άσκηση των εξουσιών που επισημαίνονται στις προαναφερθέντα εδάφια, όταν κρίνεται απαραίτητο.
4. Να παροτρύνει τον Αιρετό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και τους Αιρετούς Εισαγγελείς στην άσκηση των ενεργειών ή των μέσων που κρίνονται απαραίτητα ενάντια στους δημόσιους λειτουργούς, που είναι υπεύθυνοι για την παραβίαση ή την υπονόμευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
5. Να ζητά από το Συμβούλιο της Δημοκρατίας να υιοθετεί τα απαραίτητα μέτρα όσον αφορά σε δημόσιους λειτουργούς που είναι υπεύθυνοι για την παραβίαση ή την υπονόμευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
6. Να αιτείται ενώπιον του αρμόδιου οργάνου την εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων και των απαραίτητων κυρώσεων που αφορούν στην παραβίαση των δικαιωμάτων του δημόσιου καταναλωτή και χρήστη, σύμφωνα με το νόμο.
7. Να παρουσιάζει ενώπιον κοινοτικών, δημοτικών, νομαρχιακών ή εθνικών νομοθετικών οργάνων, σχέδια νόμου ή άλλες πρωτοβουλίες για την προοδευτική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
8. Να επισκέπτεται και να επιθεωρεί τα τμήματα και τις εγκαταστάσεις των οργάνων του Κράτους, με σκοπό να εγγυάται την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
9. Να υποβάλλει ενώπιον των αντίστοιχων οργάνων τις απαραίτητες υποδείξεις και παρατηρήσεις για την ικανή προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και γι' αυτό το σκοπό αναπτύσσει μηχανισμούς μόνιμης επικοινωνίας με Όργανα δημόσια ή ιδιωτικά, εθνικά ή Διεθνή, προστασίας και υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
10. Να προωθεί και να εκτελεί πολιτικές για τη διάδοση και την αποτελεσματική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
Άρθρο 302.
Ο Συνήγορος του Λαού απολαμβάνει ασυλίας στην άσκηση των λειτουργιών του, και γι' αυτόν το λόγο δεν μπορεί να διωχθεί, να συλληφθεί, ούτε να καταδικαστεί για πράξεις σχετικές με την άσκηση των λειτουργιών του. Για οποιαδήποτε τέτοια περίπτωση αποκλειστική αρμοδιότητα έχει το Συμβούλιο της Δημοκρατίας.
Άρθρο 303.
1. Ο Νόμος ορίζει τα σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία του Συνηγόρου του Λαού στους κοινοτικούς, δημοτικούς, νομαρχιακούς, εθνικούς και ειδικούς τομείς.
2. Η δραστηριότητα του διέπεται από τις αρχές της δωρεάν εξυπηρέτησης, της προσβασιμότητας, της ταχύτητας, της έλλειψης τυπικών διαδικασιών και της αυτεπάγγελτης διενέργειας.
3. Νόμος ορίζει την στελέχωση των Υπηρεσιών του Συνηγόρου του Λαού και του Συμβουλίου της Δημοκρατίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 60
Εκλογική Εξουσία
Άρθρο 304.
Η Εκλογική Εξουσία ασκείται από το Εθνικό Εκλογικό Συμβούλιο που είναι ο επικεφαλής φορέας και υφιστάμενοι σε αυτό οι εξής φορείς:
1. Η Εθνική Επιτροπή Εκλογών.
2. Η Επιτροπή του Ληξιαρχείου και του Εκλογικού Μητρώου.
3. Η Επιτροπή Πολιτικής Συμμετοχής και Χρηματοδότησης, με την οργάνωση και τη λειτουργία που ορίζει ο αντίστοιχος οργανικός Νόμος.
Άρθρο 305.
Η Εκλογική Εξουσία έχει τις εξής λειτουργίες:
1. Να ρυθμίζει την εφαρμογή των εκλογικών νόμων και να επιλύει τις αμφισημίες και τα κενά που αυτοί προκαλούν ή περιέχουν.
2. Να καταθέτει τον προϋπολογισμό της, τον οποίο απευθύνει απευθείας ενώπιον της Άνω
Βουλής των Ελλήνων και διοικεί αυτόνομα.
3. Να εκδίδει κατευθυντήριες αρχές που συνδέονται με ζητήματα πολιτικής και εκλογικής χρηματοδότησης και διαφήμισης και να εφαρμόζει κυρώσεις, όταν δεν τηρούνται.
4. Να κηρύσσει την ολική ή μερική ακύρωση των εκλογών.
5. Η οργάνωση, η διοίκηση, η διεύθυνση και η επιτήρηση όλων των πράξεων των σχετικών με την εκλογή των θέσεων λαϊκής εκπροσώπησης των δημόσιων εξουσιών, όπως και των δημοψηφισμάτων.
6. Να οργανώνει τις εκλογές συνδικάτων, επαγγελματικών συντεχνιών και οργανώσεων με πολιτικούς σκοπούς με τους όρους που επισημαίνει ο Νόμος. Ομοίως μπορούν να οργανώνουν εκλογικές διαδικασίες άλλων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών κατόπιν
αιτήσεως τους ή κατόπιν απόφασης του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Τα σωματεία, οι φορείς και οι οργανώσεις που αναφέρονται εδώ καλύπτουν το κόστος των εκλογικών τους διαδικασιών.
7. Να διατηρεί, να οργανώνει, να διευθύνει και να επιβλέπει το Εκλογικό Μητρώο.
8. Να οργανώνει την εγγραφή και την καταχώρηση των οργανώσεων με πολιτικούς σκοπούς και να φροντίζει αυτές να εκπληρώνουν τις διατάξεις για το καθεστώς τους που θεσμοθετούν το Σύνταγμα και ο Νόμος. Ιδιαίτερα, αποφασίζει για τις αιτήσεις ίδρυσης, ανανέωσης και ακύρωσης των οργανώσεων με πολιτικούς σκοπούς, τον προσδιορισμό των νόμιμων αρχών τους και των προσωρινών ονομασιών, χρωμάτων και συμβόλων τους.
9. Να ελέγχει, να ρυθμίζει και να επιθεωρεί τα κονδύλια χρηματοδότησης των οργανώσεων με πολιτικούς σκοπούς,
10. Τα Όργανα της Εκλογικής Εξουσίας εγγυώνται την ισότητα, την εμπιστοσύνη, την αμεροληψία, τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα των εκλογικών διαδικασιών, καθώς και την εφαρμογή της αρχής της προσωπικής ψήφου και της αναλογικής εκπροσώπησης.
Άρθρο 306.
Τα Όργανα της Εκλογικής Εξουσίας διέπονται από τις αρχές της οργανικής ανεξαρτησίας, της λειτουργικής αυτονομίας και προϋπολογισμού, της αποκομματικοποίησης των εκλογικών οργανισμών, της αμεροληψίας και της συμμετοχής των πολιτών, της αποκέντρωσης της διοίκησης των εκλογών, της διαφάνειας και της ταχύτητας της εκλογικής διαδικασίας και της καταμέτρησης ψήφων.
Άρθρο 307.
1. Στο Εθνικό Εκλογικό Συμβούλιο το οποίο είναι πενταμελές, συμμετέχουν οι Πρόεδροι ή οι εκπρόσωποι των τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, ήτοι α) η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος. β) η Γενική Συνομοσπονδία Υπαλλήλων Ελλάδος. γ) η Γενική Συνομοσπονδία Αγροτών Ελλάδος και δ) η Γενική Συνομοσπονδία Επιχειρήσεων Ελλάδος και ο Συνήγορος του Λαού.
2. Στο Εθνικό Εκλογικό Συμβούλιο, προεδρεύει ο Συνήγορος του Λαού.
Άρθρο 308.
1. Η εκλογική δικαιοδοσία ασκείται από το Εκλογικό Τμήμα του Εθνικού Εκλογικού
Συμβουλίου.
2. Νόμος ορίζει τη στελέχωση των υπηρεσιών του Εθνικού Εκλογικού Συμβουλίου.
Άρθρο 309.
Ο Νόμος που ρυθμίζει τις εκλογικές διαδικασίες και προκύπτει από τις ρυθμίσεις του παρόντος Συντάγματος, δεν μπορεί να τροποποιηθεί με κανέναν τρόπο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 61
Δημοψηφίσματα
Άρθρο 310.
Το Συμβούλιο της Δημοκρατίας αποτελούμενο από το Συνήγορο του Λαού, το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, τον Πρόεδρο του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου και τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι το
υπεύθυνο Όργανο, για την τήρηση των προβλεπόμενων από το Σύνταγμα διαδικασιών διενέργειας Δημοψηφισμάτων, τη νομιμότητα αυτών, την κήρυξή των και την επιτήρηση των διαδικασιών των.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 62
Σώμα Δίωξης της Διαφθοράς. Γενικές διατάξεις
Άρθρο 311.
1. Το Σώμα δίωξης της Διαφθοράς, συγκροτείται από Έλληνες Πολίτες τριτοβάθμιας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης χωρίς καμία καταδίκη και χωρίς στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.
2. Ανήκει διοικητικά στο Συμβούλιο της Δημοκρατίας στο οποίο αναφέρεται και απολογείται. Υποχρέωση έχουν τα στελέχη του να αναφέρονται στην ειδική κατά της Διαφθοράς Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων, σε δημόσια συνεδρίαση.
3. Μοναδικές αρμοδιότητες του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς είναι η σύλληψη και η προσαγωγή στην Δικαιοσύνη των διορισμένων και αιρετών δημοσίων Λειτουργών σε ζητήματα παράβασης καθήκοντος, αμέλειας, απιστίας κατά την υπηρεσία, παράνομου πλουτισμού και χρηματισμού.
4. Οι επικεφαλής του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς, προτείνονται από τον Συνήγορο του
Λαού και επιλέγονται με κατά πλειοψηφία απόφαση του Συμβουλίου της Δημοκρατίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 63
Ειδικές ευθύνες του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς. Άρθρο 312.
1. Τα στελέχη του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς ευθύνονται οπωσδήποτε για πράξεις που έχουν ενεργήσει κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, για παραβίαση, του Συντάγματος, για παράβαση καθήκοντος και για κάθε ποινικό πειθαρχικό ή διοικητικό αδίκημα το οποίο τέλεσαν κατά την υπηρεσία τους.
2. Τα Ορκωτά Δικαστήρια Δευτέρου Βαθμού σε πρώτο βαθμό και τα αρμόδια Ανώτατα Δικαστήρια, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ο Άρειος Πάγος το Συμβούλιο της Επικρατείας σε δεύτερο βαθμό, κρίνουν και αποφασίζουν για τις πράξεις των στελεχών του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς, μετά από αναφορά την οποία υποβάλλει, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ή οποιοσδήποτε από τους Αιρετούς Εισαγγελείς των Εφετειακών Περιφερειών των Νομών της Χώρας.
3. Αφότου παραπεμφθούν τα στελέχη του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς, απέχουν από την άσκηση των καθηκόντων τους μέχρι τελεσιδικίας της δίωξής τους.
4. Οι ποινές οι οποίες επιβάλλονται στα στελέχη του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς, για τις στο άρθρο 312 παράγραφος 1 προβλεπόμενες πράξεις, δεν μπορεί να είναι μικρότερες των δεκαπέντε ετών φυλάκισης στις περιπτώσεις ποινικών αδικημάτων, μη εξαγοράσιμες και χωρίς αναστολή, στην κατάσχεση της περιουσίας τους σε περίπτωση χρηματισμού, στην απόταξή τους σε περίπτωση πειθαρχικών και διοικητικών αδικημάτων και στην στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων σε όλες τις περιπτώσεις των αδικημάτων που προβλέπονται στο άρθρο 312 παράγραφος 1.
5. Ο μισθός των στελεχών του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς, είναι ισόποσος με αυτόν του
Δικαστή Εφέτη.
Άρθρο 313.
Αρμοδιότητες των στελεχών του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς.
1. Να πραγματοποιούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, την ποινική έρευνα για τα αδικήματα παράβασης καθήκοντος, αμέλειας, απιστίας κατά την υπηρεσία, παράνομου πλουτισμού και χρηματισμού, όλων των αιρετών ή διορισμένων Δημόσιων Λειτουργών, με σκοπό τη διαλεύκανση όλων των περιστάσεων που μπορούν να επηρεάσουν τον προσδιορισμό και την ευθύνη των αυτουργών και των λοιπών συνεργών και την διαφύλαξη των ενεργών και αδρανών αντικειμένων που σχετίζονται με τη διάπραξη του αδικήματος.
4. Να παραπέμπουν στον Αιρετό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και στους Αιρετούς Εισαγγελείς των Νομαρχιών τις περιπτώσεις στις οποίες δεν απαιτείται πρωτοβουλία από πλευράς ενός εκ των μερών, προκειμένου να ξεκινήσει ή να συνεχιστεί μία τέτοια δίωξη.
5. Να συγκεντρώνουν και να παρουσιάζει ενώπιον της Δικαιοσύνης όλα τα αποδεικτικά στοιχεία της ενοχής του κατηγορουμένου.
7. Να προΐστανται όλων των διωκτικών αρχών στις περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στις αρμοδιότητές τους.
8. Νόμος προβλέπει την στελέχωση των Υπηρεσιών του Σώματος Δίωξης της Διαφθοράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου